αεριτζής

αεριτζής
ο (θηλ. -ού και -ίνα)
1. εκείνος που συμμετέχει σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις χωρίς να διακινδυνεύει προσωπικό κεφάλαιο, εκείνος δηλαδή που αμείβεται με «αέρα»
2. (ειδικότ.) εκείνος που παίζει με «αέρα» (προσυμφωνημένη αμοιβή ή ποσοστά επί τών κερδών), που κερδοσκοπεί δηλαδή χωρίς προσωπικό κεφάλαιο στο χρηματιστήριο
3. αυτός που εικονικά παίρνει μέρος σε χαρτοπαικτικό παιχνίδι για να παρασύρει και άλλους, αμείβεται δε γι’ αυτή την εξυπηρέτηση από τη λέσχη (αλλ. αβανταδόρος ή μιτζαδόρος).
[ΕΤΥΜΟΛ. < αέρας + παραγ. κατάλ. -ιτζής.
ΠΑΡ. αεριτζίδικος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αεριτζής — ο πληθ. ήδες, αυτός που ανακατεύεται σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις (κυρίως στο χρηματιστήριο) χωρίς να διακινδυνεύει δικά του χρήματα: Αργά κατάλαβε πως είχε μπλέξει με αεριτζήδες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αέρας — Όρος με πολλές ερμηνείες και χρήσεις. Ο άνεμος που δεν είναι πολύ δυνατός. Τo κλίμα ενός τόπου και μεταφορικά το ψυχολογικό κλίμα. Η εξωτερική εμφάνιση, το ύφος, το παρουσιαστικό. Η τόλμη, η αλαζονεία, η αυθάδεια. Έκφραση της ψυχικής διάθεσης. Η… …   Dictionary of Greek

  • αεριτζίδικος — η, ο [αεριτζής] εκείνος που γίνεται από αεριτζή ή με τον τρόπο αεριτζή, εκείνος δηλαδή που γίνεται με «αέρα», με απάτη, ο εικονικός, ο ψεύτικος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”